Πρώτη φορά, όμως, ήρθα με πτήση στην οποία έπρεπε να αλλάξω αεροπλάνο ενδιάμεσα, και αυτό μου δημιούργησε λίγο άγχος καθώς δεν το είχα ξανακάνει ούτε σε άλλο ταξίδι. Ταξίδευα με προορισμό το Ντύσελντορφ και ενδιάμεσο σταθμό τη Ζυρίχη. 'Ηταν αρκετά "απάνθρωπη" η ώρα του ταξιδιού (04:50), αλλά δεν είχα πετάξει ξανά βράδυ οπότε φαντάστηκα πως θα είναι ωραία. Όντως ήταν, αλλά μέχρι το σημείο που συνειδητοποίησα πως δεν μπορούσα να δω τίποτα έξω από το παράθυρο, πέρα από κάποιες υποψίες συννέφου. Μου αφαιρέθηκε η δυνατότητα να κάνω ένα από τα πιο απολαυστικά πράγματα που έκανα μέσα στο αεροπλάνο, και που έκανε το ταξίδι πιο ευχάριστο.
Το πρώτο μισό του ταξιδιού, ήταν ένα κλασσικό ταξίδι με Έλληνες συνεπιβάτες. Κάποιοι μιλούσαν δυνατά, άλλοι κυνηγούσαν παιδιά στο διάδρομο (φωνάζοντας δυνατά) και οι μπροστινοί μου δεν σταμάτησαν να μιλάνε και να σχολιάζουν τα πάντα για τις επόμενες 2 ώρες και 20 λεπτά. Ταξίδευαν για Νέα Υόρκη, και μάθαμε κάθε λεπτομέρεια για το ταξίδι τους, καθώς έκαναν σχολιασμό του προγράμματός του. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, δεν τους κατηγορώ. Εγώ αν ταξίδευα για Νέα Υόρκη, είναι πολύ πιθανό να ντυνόμουν Άγαλμα της Ελευθερίας με t-shirt "I love NY", από τον ενθουσιασμό μου.
Φτάσαμε στη Ζυρίχη, όπου είδαμε -με κάποια ανακούφιση- πως δεν ήμασταν οι μόνοι που θα άλλαζαν αεροπλάνο, μιας και το αεροδρόμιο ηταν "ενδιάμεσος σταθμός" πολλών πτήσεων. Όση ώρα περίμενα τη δικιά μου, άκουσα να καλούν κόσμο για Άμστερνταμ, Κοπεγχάγη, Στοκχόλμη, Βαρκελώνη. Ένιωσα τον πειρασμό να πάω στην έξοδο που φώναζαν για κάποιους από αυτούς, αλλά φαντάστηκα πως θα ανακάλυπταν το "λάθος" μου, πολύ πριν την απογείωση κι έτσι περίμενα τη δικιά μου πτήση.
Στο δεύτερο σκέλος της πτήσης ήταν αρκετά διαφορετικό. Το αεροπλάνο ήταν γεμάτο με Ελβετούς και Γερμανούς, οι οποίοι ταξίδευαν για επαγγελματικούς σκοπούς. Η εμφανισή τους ήταν όπως φανταζόμαστε όλοι τα στελέχη επιχειρήσεων και τους υψηλόβαθμους υπαλλήλους. Ωραία κοστούμια, χαρτοφύλακες (με χαρά είδα τρεις-τέσσερις από πορτοκαλί δέρμα) και με τα smartphones στο χέρι μέχρι και την τελευταία στιγμή πριν την απογείωση.
Η μεγαλύτερη διαφορά, όμως, ήταν πως μετά την απογείωση, όλοι διάβαζαν. Εφημερίδες, βιβλία (διέκρινα το "Nemesis" του Philip Roth, και το "Freedon" Jonathan Franzen). Ο διπλανός μου διάβαζε κάποιο βιβλίο της Agatha Christie στο Kindle. Ήταν ωραίο ταξίδι, ήσυχο και χωρίς χειροκρότημα στην προσγείωση.
Φτάνοντας στο Ντύσελντορφ είχε ξημερώσει, πράγμα που έκανε τη προσγείωση για άλλη μια φορά τρομακτική. Πάντα όταν πάω χειμώνα, τα σύννεφα είναι πολλά, πυκνά και αρκετά χαμηλά. Όταν το αεροπλάνο πλησιάζει το αεροδρόμιο και κατεβαίνει, για κάποιες στιγμές που είσαι ανάμεσα στα σύννεφα δεν ξέρεις πόσο ψηλά είσαι και δεν βλέπεις τίποτα. Τα επόμενα δευτερόλεπτα, εξαφανίζονται τα σύννεφα και βλέπεις τις κορυφές των δέντρων ενός δάσους, δίπλα από το οποίο είναι το αεροδρόμιο. Δεν έχεις οπτική πρόσβαση από τα πλάγια παράθυρα και νιώθεις πως θα προσγειωθείς πάνω στα δέντρα ή στην καλύτερη περίπτωση σε κάποιο ξέφωτο.
Δεν συνέβη αυτό ούτε αυτή τη φορά. Προσγειωθήκαμε σε ένα απίστευτο τοπίο, όπου μόνο οι αεροδιάδρομοι δεν ήταν χιονισμένοι. Το κρύο πολύ, και οι δρόμοι χωρίς κίνηση μιας και ήταν τέλεια καθαρισμένοι. Αφού περάσαμε τα σύνορα Γερμανίας-Ολλανδίας - τα οποία καταλαβαίνεις ότι είναι σύνορα από τα βενζινάδικα που έχουν και από τις δύο μεριές- πέσαμε σε ένα μποτιλιάρισμα. Σταματήσαμε, και ένα ασθενοφόρο πέρασε πολύ γρήγορα από τη βοηθητική λωρίδα, όπου κανείς δεν είχε περάσει οδηγώντας από αυτήν. Λίγα λεπτά αργότερα, αρχίσαμε να κινούμαστε και πολύ γρήγορα η κίνηση στους δρόμους ξαναέγινε όπως πριν, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Σκέφτηκα πως κάπως έτσι θα έπρεπε να γίνεται παντού σε τέτοιες περιπτώσεις και με πήρε ο ύπνος στο κάθισμα του αυτοκινήτου, γιατί ήμουν πολύ κουρασμένος.