Ανέλαβε τα ηνία της εκπομπής το 1999 και σε αυτά τα δεκαέξι χρόνια κατάφερε να εδραιωθεί ως ένας από τους κορυφαίους παρουσιαστές εκπομπών πολιτικής σάτιρας. Δεν ήταν όμως μόνον αυτό. Σήμερα θεωρείται μία από τις πιο αντιπροσωπευτικές φωνές της φιλελεύθερης (κεντροαριστερής κατ’ αναλογία με την Ευρώπη) Αμερικής. Η τηλεθέαση δεν ήταν ποτέ ιδιαιτέρως υψηλή, αλλά κέρδιζε πάντα ένα δυναμικό κομμάτι του κοινού. Σε πρόσφατη έρευνα, ένας στους δέκα ερωτηθέντες ηλικίας 18-29 ετών απάντησε ότι εμπιστεύεται για την ενημέρωσή του κυρίως το «The Daily Show». Η διάδοση των πιο χαρακτηριστικών στιγμιοτύπων μέσω του YouTube και των social media σύστησαν τη χαρακτηριστική φιγούρα του Τζον Στιούαρτ πίσω από το γραφείο σε πολύ περισσότερο κόσμο απ’ όσους τον έβλεπαν στην τηλεόραση. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η ατζέντα συζήτησης στα media διαμορφωνόταν από τα θέματα του «The Daily Show» της προηγουμένης.
Τα πρώτα δύο χρόνια του Στιούαρτ στην εκπομπή δεν ήταν και τόσο επιτυχημένα. Αρχισε να βρίσκει τον βηματισμό του από το 2000, όταν εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος. Οργανικά πολέμιος της ιδεολογίας του, ο Στιούαρτ κριτίκαρε και αποδόμησε σχεδόν κάθε πολιτική του απόφαση. Είναι ενδεικτικό ότι μέχρι και σήμερα χρησιμοποιούσε το όνομα του Ντικ Τσένι –αντιπροέδρου εκείνης της περιόδου– ως ενσάρκωση του απόλυτου κακού.
Χαρά για τον Ομπάμα
Ο Στιούαρτ είχε τα ακριβώς αντίθετα συναισθήματα για τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα. Δεν έκρυψε ποτέ την υποστήριξή του στο πρόσωπό του. Την ημέρα των εκλογών, όταν ανακοίνωσε ζωντανά ότι νικητής είναι ο Ομπάμα, συγκρατήθηκε μετά βίας για να μην ξεσπάσει σε γέλια χαράς – στα οποία ξέσπασε αργότερα αγκαλιάζοντας τη σύζυγό του, όπως διαβάζουμε σε πρόσφατο άρθρο του Hollywood Reporter. Παρ’ όλα αυτά, ήταν αρκετά επικριτικός για πολλές αποφάσεις του τωρινού προέδρου για θέματα όπως το (μη) κλείσιμο των φυλακών στο Γκουαντάναμο και άσκησε εξίσου σκληρή κριτική με αυτήν που ασκούσε στους προκατόχους του. Σε μία από τις τελευταίες εκπομπές του, έδειξε ένα ποτ πουρί αυτών των στιγμών για να απαντήσει σε όσους τον χαρακτήριζαν προπαγανδιστή της κυβέρνησης Ομπάμα.
Ποτέ δεν έκρυψε τα πιστεύω και τις απόψεις του. Ηταν πάντα υπέρμαχος όλων των κινημάτων που διεκδικούσαν ίσα ατομικά δικαιώματα. Υποστήριζε τη ΛΟΑΤ κοινότητα, γινόταν έξαλλος όποτε συναντούσε ρατσιστική συμπεριφορά στον δημόσιο λόγο και ξεμπρόστιαζε όσους εξέφραζαν ομοφοβικές και ρατσιστικές απόψεις. Το ίδιο έκανε και με τους υποστηρικτές της οπλοκατοχής, τους φανατικούς του Tea Party και όσους αναπαρήγαν θεωρίες συνωμοσίας και καλλιεργούσαν τη μισαλλοδοξία. Ο,τι θα περίμενε κανείς από μια αυθεντικά φιλελεύθερη φωνή.
Ενάντια στη «βλακεία»
Ο ίδιος, βέβαια, θεωρεί τον εαυτό του κεντρώο. Αλλά όπως διαβάζουμε στο πρόσφατο τεύχος του New Yorker, «Ο Στιούαρτ είναι κεντρώος μόνο υπό αυτή την έννοια: δεν είναι τόσο φιλοαριστερός (pro-left) όσο είναι πολέμιος της βλακείας (anti-bullshit)». Στη «βλακεία», που έχει κατακλύσει τον κόσμο γύρω μας και χρησιμοποιείται ως καμουφλάζ πολύ σοβαρών θεμάτων, αφιέρωσε άλλωστε τον τελευταίο μονόλογό του. Κλείνοντάς, κάλεσε το κοινό να αντισταθεί σε αυτήν με την καλύτερη άμυνα απέναντί της: επαγρύπνηση και κατάρριψη.
Τα τελευταία δεκαέξι χρόνια ο ίδιος ακολούθησε πιστά αυτή τη γραμμή άμυνας, καταρρίπτοντας κάθε μορφή αυτού του λόγου και τους εκφραστές του. Εκτός από όσους αναφέρθηκαν πιο πάνω, στα συνήθη «θύματά» του βρίσκονταν ΜΜΕ τα οποία πρόβαλλαν τέτοιες απόψεις (όπως το Fox News) ή δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους σύμφωνα με τον Stewart (όπως το CNN ή το MSNBC).
Οι ιδεολογικές διαφορές που είχε με τους παρουσιαστές του Fox και με την κεντρική γραμμή του καναλιού ήταν παραπάνω από εμφανείς. Η σχέση μεταξύ τους είχε αποκτήσει χαρακτηριστικά βεντέτας, με τον Στιούαρτ να αφιερώνει σχεδόν σε κάθε εκπομπή λίγα λεπτά για να αποδομήσει κάτι που έχει ειπωθεί στο Fox. Οσο απολαυστικό κι αν είναι αυτό για τον τηλεθεατή, αφήνει να διαφανεί η πτώση του επιπέδου του δημοσίου διαλόγου στις ΗΠΑ και η υπεροχή των κραυγών έναντι των επιχειρημάτων.
Οι ανταποκριτές
Συνοδοιπόροι του στον αγώνα ενάντια στη «βλακεία» ήταν οι περίφημοι ανταποκριτές του. Εκτός από τους μονολόγους, που αναπαρήγαν κυρίαρχα στερεότυπα με ξεκαρδιστικό τρόπο, έπαιρναν και μια σειρά από συνεντεύξεις από ανθρώπους με εξωφρενικά ανορθόδοξες απόψεις. Η πρωτοφανής ψυχραιμία και η πραότητα με την οποία τους αντιμετώπιζαν τους έκανε να εξομολογούνται στην κάμερα του «Daily Show» ακραία, περιθωριακά λόγια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ένας πάστορας που είχε παρομοιάσει τον Ομπάμα με τον Χίτλερ, για να αλλάξει αργότερα την άποψή του και να δηλώσει πως τελικά είναι «ο γιος του Σατανά»!
Από τις τάξεις των ανταποκριτών πέρασαν πολλοί ταλαντούχοι κωμικοί, οι οποίοι αργότερα είχαν αξιοσημείωτη πορεία. Διασημότερος όλων είναι ο Στιβ Καρέλ, αλλά πρέπει να σημειώσουμε και τον Τζον Ολιβερ, που έχει πλέον τη δική του εβδομαδιαία εκπομπή στο HBO, και κυρίως τον Στίβεν Κόλμπερτ, που αφού απέκτησε το περίφημο «Colbert Report» στο ίδιο κανάλι με το «Daily Show», θα αντικαταστήσει τον Ντέιβιντ Λέτερμαν στο «Late Show» από το φθινόπωρο.
Αποτελεσματικός, με πολιτική επιρροή
Σε πρόσφατο ρεπορτάζ, το Politico αποκαλύπτει δύο επισκέψεις του Τζον Στιούαρτ στον Λευκό Οίκο για να συναντηθεί με τον Ομπάμα, πριν από σημαντικές αποφάσεις της κυβέρνησης. Εκτός από αυτό, αποκαλύπτει ότι κορυφαίοι συνεργάτες του προέδρου διατηρούσαν επικοινωνία με συντελεστές της εκπομπής, αλλά και με τον ίδιο τον Στιούαρτ. Ο αντίπαλος του Ομπάμα στις εκλογές του 2008, Τζον Μακέιν, είπε σε μια συνέντευξή του ότι «ο Στιούαρτ είναι ένας σύγχρονος Γουίλ Ρότζερς και Μαρκ Τουέιν».
Εκτός από την εκτίμηση της επιρροής του Στιούαρτ από τόσο σημαντικούς πολιτικούς, υπάρχουν και χειροπιαστές αποδείξεις. Σε μια περίοδο που Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές μπλόκαραν το νομοσχέδιο για την ιατρική κάλυψη μελών των σωστικών δυνάμεων που έφτασαν πρώτοι στους κατεστραμμένους Δίδυμους Πύργους, στις 11/9, και αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας, ο Στιούαρτ κάλεσε τέσσερις εξ αυτών σε μια εκπομπή να συζητήσουν τα προβλήματά τους. Τελικά το νομοσχέδιο πέρασε. «Ο,τι δεν καταφέραμε εμείς τόσα χρόνια το κατάφερε ο Τζον Στιούαρτ σε 22 λεπτά», δήλωσε ένας από τους ωφελημένους του νομοσχεδίου.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που τα γεγονότα ήταν τόσο σοβαρά, που δεν υπήρχε χώρος και διάθεση για αστεία. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει τον συνταρακτικό μονόλογο της πρώτης εκπομπής μετά την 11/9, όπου ο Στιούαρτ κατέληξε να λέει με δάκρυα στα μάτια ότι η θέα από το διαμέρισμά του στο νότιο Μανχάταν άλλαξε για πάντα. Δεν υπάρχουν οι Δίδυμοι Πύργοι, αλλά αντ’ αυτών βλέπει πια το άγαλμα της Ελευθερίας. Και κανείς δεν μπορεί να του το πάρει αυτό. Το ίδιο συνέβη και τον περασμένο Ιούνιο, μετά τη δολοφονική επίθεση στο Τσάρλεστον της Ν. Καρολίνας, όπου, γεμάτος λύπη και αγανάκτηση, ομολόγησε ότι δεν μπόρεσε να κάνει την «πολύ απλή δουλειά του», που είναι «να βλέπει τις ειδήσεις και να γράφει αστεία γι’ αυτές». Οι καλύτερες στιγμές του ήταν τα πολιτικά σχόλια εκεί όπου κανείς δεν το περίμενε. Στο φινάλε του σκετς με τον Ντόναλντ Τραμπ και την πίτσα, ζήτησε να δει το πιστοποιητικό γέννησής του, γιατί δεν πίστευε ότι είναι γεννημένος στη Νέα Υόρκη. Ακριβώς όπως ο Ντόναλντ Τραμπ το ζητούσε μανιωδώς από τον Ομπάμα, ξεκινώντας τη θεωρία συνωμοσίας ότι δεν έχει γεννηθεί στις ΗΠΑ και έτσι δεν μπορεί να γίνει πρόεδρος.
Το ίδιο «λάθος» με το μαχαιροπίρουνο έκανε και ο νέος δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Μπιλ ντε Μπλάζιο. Παρόλο που ο Στιούαρτ τον στήριξε προεκλογικά και τον είχε καλέσει πολλές φορές στην εκπομπή του, δεν γλίτωσε τα δηκτικά σχόλια του παρουσιαστή. Ως δήμαρχος πλέον, ο Ντε Μπλάζιο αποφάσισε να ανακηρύξει την 6η Αυγούστου «Ημέρα του Τζον Στιούαρτ». Στην προκήρυξη, αφού τόνισε τη σημασία της εκπομπής και εκθείασε το έργο του, κατέληξε: «Υπόσχομαι ότι θα σε σκέφτομαι κάθε φορά που θα τρώω ένα κομμάτι πίτσα με μαχαιροπίρουνο».
Δείτε
Διαβάστε
Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή, Τέχνες και Γράμματα, 15.08.2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου