Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010

Διακοπές στην Ολλανδία part 1, το ταξίδι.

Αν δεν κάνω λάθος είναι η έβδομη ή η όγδοη φορά που έρχομαι στην Όλλανδία. Ζει μόνιμα ο αδερφός της μητέρας μου εδώ, οπότε είναι πολύ καλή αφορμή για επίσκεψη και πιο οικονομική σε σχέση με άλλα ταξίδια, ακόμα και μικρότερης διάρκειας. Η πόλη που ζει είναι το Den Bosch.

Πρώτη φορά, όμως, ήρθα με πτήση στην οποία έπρεπε να αλλάξω αεροπλάνο ενδιάμεσα, και αυτό μου δημιούργησε λίγο άγχος καθώς δεν το είχα ξανακάνει ούτε σε άλλο ταξίδι. Ταξίδευα με προορισμό το Ντύσελντορφ και ενδιάμεσο σταθμό τη Ζυρίχη. 'Ηταν αρκετά "απάνθρωπη" η ώρα του ταξιδιού (04:50), αλλά δεν είχα πετάξει ξανά βράδυ οπότε φαντάστηκα πως θα είναι ωραία. Όντως ήταν, αλλά μέχρι το σημείο που συνειδητοποίησα πως δεν μπορούσα να δω τίποτα έξω από το παράθυρο, πέρα από κάποιες υποψίες συννέφου. Μου αφαιρέθηκε η δυνατότητα να κάνω ένα από τα πιο απολαυστικά πράγματα που έκανα μέσα στο αεροπλάνο, και που έκανε το ταξίδι πιο ευχάριστο.

Το πρώτο μισό του ταξιδιού, ήταν ένα κλασσικό ταξίδι με Έλληνες συνεπιβάτες. Κάποιοι μιλούσαν δυνατά, άλλοι κυνηγούσαν παιδιά στο διάδρομο (φωνάζοντας δυνατά) και οι μπροστινοί μου δεν σταμάτησαν να μιλάνε και να σχολιάζουν τα πάντα για τις επόμενες 2 ώρες και 20 λεπτά. Ταξίδευαν για Νέα Υόρκη, και μάθαμε κάθε λεπτομέρεια για το ταξίδι τους, καθώς έκαναν σχολιασμό του προγράμματός του. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, δεν τους κατηγορώ. Εγώ αν ταξίδευα για Νέα Υόρκη, είναι πολύ πιθανό να ντυνόμουν Άγαλμα της Ελευθερίας με t-shirt "I love NY", από τον ενθουσιασμό μου.

Φτάσαμε στη Ζυρίχη, όπου είδαμε -με κάποια ανακούφιση- πως δεν ήμασταν οι μόνοι που θα άλλαζαν αεροπλάνο, μιας και το αεροδρόμιο ηταν "ενδιάμεσος σταθμός" πολλών πτήσεων. Όση ώρα περίμενα τη δικιά μου, άκουσα να καλούν κόσμο για Άμστερνταμ, Κοπεγχάγη, Στοκχόλμη, Βαρκελώνη. Ένιωσα τον πειρασμό να πάω στην έξοδο που φώναζαν για κάποιους από αυτούς, αλλά φαντάστηκα πως θα ανακάλυπταν το "λάθος" μου, πολύ πριν την απογείωση κι έτσι περίμενα τη δικιά μου πτήση.




Στο δεύτερο σκέλος της πτήσης ήταν αρκετά διαφορετικό. Το αεροπλάνο ήταν γεμάτο με Ελβετούς και Γερμανούς, οι οποίοι ταξίδευαν για επαγγελματικούς σκοπούς. Η εμφανισή τους ήταν όπως φανταζόμαστε όλοι τα στελέχη επιχειρήσεων και τους υψηλόβαθμους υπαλλήλους. Ωραία κοστούμια, χαρτοφύλακες (με χαρά είδα τρεις-τέσσερις από πορτοκαλί δέρμα) και με τα smartphones στο χέρι μέχρι και την τελευταία στιγμή πριν την απογείωση.

Η μεγαλύτερη διαφορά, όμως, ήταν πως μετά την απογείωση, όλοι διάβαζαν. Εφημερίδες, βιβλία (διέκρινα το "Nemesis" του Philip Roth, και το "Freedon" Jonathan Franzen). Ο διπλανός μου διάβαζε κάποιο βιβλίο της Agatha Christie στο Kindle. Ήταν ωραίο ταξίδι, ήσυχο και χωρίς χειροκρότημα στην προσγείωση.

Φτάνοντας στο Ντύσελντορφ είχε ξημερώσει, πράγμα που έκανε τη προσγείωση για άλλη μια φορά τρομακτική. Πάντα όταν πάω χειμώνα, τα σύννεφα είναι πολλά, πυκνά και αρκετά χαμηλά. Όταν το αεροπλάνο πλησιάζει το αεροδρόμιο και κατεβαίνει, για κάποιες στιγμές που είσαι ανάμεσα στα σύννεφα δεν ξέρεις πόσο ψηλά είσαι και δεν βλέπεις τίποτα. Τα επόμενα δευτερόλεπτα, εξαφανίζονται τα σύννεφα και βλέπεις τις κορυφές των δέντρων ενός δάσους, δίπλα από το οποίο είναι το αεροδρόμιο. Δεν έχεις οπτική πρόσβαση από τα πλάγια παράθυρα και νιώθεις πως θα προσγειωθείς πάνω στα δέντρα ή στην καλύτερη περίπτωση σε κάποιο ξέφωτο.

Δεν συνέβη αυτό ούτε αυτή τη φορά. Προσγειωθήκαμε σε ένα απίστευτο τοπίο, όπου μόνο οι αεροδιάδρομοι δεν ήταν χιονισμένοι. Το κρύο πολύ, και οι δρόμοι χωρίς κίνηση μιας και ήταν τέλεια καθαρισμένοι. Αφού περάσαμε τα σύνορα Γερμανίας-Ολλανδίας - τα οποία καταλαβαίνεις ότι είναι σύνορα από τα βενζινάδικα που έχουν και από τις δύο μεριές- πέσαμε σε ένα μποτιλιάρισμα. Σταματήσαμε, και ένα ασθενοφόρο πέρασε πολύ γρήγορα από τη βοηθητική λωρίδα, όπου κανείς δεν είχε περάσει οδηγώντας από αυτήν. Λίγα λεπτά αργότερα, αρχίσαμε να κινούμαστε και πολύ γρήγορα η κίνηση στους δρόμους ξαναέγινε όπως πριν, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Σκέφτηκα πως κάπως έτσι θα έπρεπε να γίνεται παντού σε τέτοιες περιπτώσεις και με πήρε ο ύπνος στο κάθισμα του αυτοκινήτου, γιατί ήμουν πολύ κουρασμένος.

Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010

Ο τσολιάς που με κάνει να ντρέπομαι.



Στην απερίγραπτης αισθητικής διαφήμιση του περιοδικού Crash που θα εκδίδει ξανά ο κ.Τράγκας, βλέπουμε μέσα σε ένα λεπτό την αντίληψη που έχει μια πολύ μεγάλη μερίδα των Ελλήνων για τον εαυτό τους και τη χώρα μας.
Μια χώρα που είναι το κέντρο του κόσμου, και που οι κάτοικοί της είναι απ' ευθείας απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων.
Που όλοι θέλουν το κακό της, και που έχει εχθρούς παντού. Τους Αμερικάνους, τους Τούρκους, τους κατοίκους της F.Y.R.O.M, ακόμα και τους εξωγήινους.
Που όλοι οι Ευρωπαίοι θέλουν να θέλουν να μας αποδυναμώσουν (λες και έχουμε καμία σημαντική δύναμη..).

Όλα τα παραπάνω συγκεντρώνονται στο πρόσωπο της κ. Μέρκελ. Ενός ατόμου το οποίο έχει στοχοποιηθεί όσο λίγοι τα τελευταία χρόνια. Η στοχοποίηση αυτή γίνεται από, κατά τα άλλα, πολύ διαφορετικές δυνάμεις συντήρησης που βρίσκονται στον δεξιό, αλλά και τον αριστερό χώρο του πολιτικού φάσματος.

Αυτοί θεωρούν την κ.Μέρκελ τον σύγχρονο δήμιο της Ελλάδας, υιοθετώντας την άποψη πως κάθε απόφασή της λαμβάνεται για το κακό της χώρας μας, ξεχνώντας πως διοικεί ένα κράτος και κάθε της απόφαση έχει αντίκτυπο στην εικόνα που έχουν οι κάτοικοί του για αυτήν. Επίσης, ξεχνάνε πως πρέπει να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της χώρας της -όπως ζητάνε να κάνουν οι πολιτικοί της δικής μας.

Αντί να κρίνουν πολιτικά τις αποφάσεις της, κυρίως ασκούν κριτική για την εμφάνισή της, όπως κάνουν χρόνια τώρα για τον κ. Πάγκαλο.
Κατηγορούν τους πάντες, για άλλη μια φορά, εκτός από εμάς τους ίδιους. Τον ίδιο τους τον εαυτό δηλαδή.
Αντί να κοιταχτούν στον καθρέφτη, "μπαίνουν" όλοι στη θέση του τσολιά, ο οποίος σηκώνοντας τη φουστανέλα του κάνει την κ.Μέρκελ να σωπάσει καθώς η πνευματική και νοητική ανωτερότητά μας, αποτυπώνεται και στα σωματικά προσόντα του τσολιά.

Χρησιμοποιείται για αυτή τη διαφήμιση ένα σύμβολο το οποίο είχε προκαλέσει τόσες αντιδράσεις όταν είχε χρησιμοποιηθεί για την αφίσα του τελευταίου gay pride, μα τώρα δεν νομίζω πως θα συμβεί το ίδιο.
Γιατί να συμβεί άλλωστε; Τώρα, ο τσολιάς είναι πολύ straight. Έχει μια πολύ αντρική συμπεριφορά, οπότε δεν υπάρχει φόβος για τη σεξουαλικότητά του, αλλά πολλοί θα ήθελαν να του πούνε και μπράβο.
Και αυτό με κάνει να ντρέπομαι.

Συνέντευξη της Έφης Λογγίνου



Η Έφη Λογγίνου πρωταγωνιστεί στη νέα ταινία του Στράτου Τζίτζη "45 τετραγωνικά", η οποία προβλήθηκε στο 51ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.


Μου έδωσε συνέντευξη για το fititis.gr, και είμαι πολύ χαρούμενος γι'αυτό! Εκτός του ότι ήταν η πρώτη μου, και ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος γι'αυτό, μιας και ήταν πολύ ήρεμη, φιλική και ευγενική (ό,τι έπρεπε δηλαδή για να καταπολεμηθεί το άγχος μου), μου είπε τόσα πολλά και τόσο ωραία πράγματα, που ήταν πολύ δύσκολο να κόψω κάτι.
Τη συνέντευξη μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ.


Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010

Οι λέξεις και η εικόνα τους.


Από τη σχολική μου ζωή, μέχρι πριν από λίγα χρόνια, έγραφα το ερωτηματικό "τι", με τόνο στο γιώτα. Δηλαδή το έγραφα "τί", σαν το "πώς". Δεν υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος λόγος, ούτε μου το είχε μάθει κανείς έτσι.

Όσες φορές και ας μου το διόρθωναν στις εκθέσεις ή οπουδήποτε αλλού, εγώ συνέχιζα να το γράφω έτσι. Μου άρεσε οπτικά μάλλον, δεν υπάρχει άλλη λογική εξήγηση.

Το έγραψα αυτό στο twitter -λίγο πιο σύντομα, καθώς υπάρχει και ο περιορισμός των 140 χαρακτήρων, και η φίλη μου Afroditi Voli έκανε το παρακάτω σχόλιο στο facebook:

"έχω φετίχ με τις λέξεις και την εικόνα τους. Για παράδειγμα, στο "τί", ο τόνος κάνει το "ι" να φαίνεται πιο απορημένο. Το "αυγό" δεν είναι "αβγό", γιατί το "υ" χαρίζει καμπύλες που λόγω σχήματος χρειάζεται... Το "τρένο" υπαινίσσεται πολύ βαρετή και σύντομη διαδρομή σε σύγκριση με το "τραίνο", ενώ, όπως έλεγε κι ο Ταχτσής, στην "μπύρα" «το φαρδύ ποτήρι της που ξεχειλίζει απ' τον αφρό δεν μπορείς να μου το γράφεις, χρυσέ μου, με γιώτα»..."




Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

Ελπίζω στο 51ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου


Την επόμενη εβδομάδα ξεκινάει το 51ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Καθυστερημένα σε σχέση με τις προηγούμενες χρόνιες, αλλά όπως φαίνεται πάνω στην ώρα που θα ξεκινήσει να χαλάει ο καιρός, και να έχει κρύο. Γιατί δεν νοείται Φεστιβάλ Κινηματογράφου, χωρίς κρύο, βροχή και συννεφιά.


Τα τρία τελευταία φθινόπωρα τα θυμάμαι λόγω του Φεστιβάλ. Από το πρώτο έτος που ήρθα για να σπουδάσω στη Θεσσαλονίκη, περίμενα πώς και πώς να έρθουν αυτές οι μέρες. Αυτή η περίοδος για τη Θεσσαλονίκη είναι ίσως η καλύτερη. Έρχεται κόσμος από διαφορετικά μέρη της Ελλάδας και του κόσμου, άλλοι για επαγγελματικούς λόγους και άλλοι απλά για να παρακολουθήσουν το φεστιβάλ. Όλα τα έντυπα κάνουν αφιερώματα σε αυτήν, στη νυχτερινή της ζωή, από το πού πάνε οι "φεστιβαλιστές" τις ώρες που δεν είναι σε μια αίθουσα, μέχρι και το τι τρώνε.

Όλα αυτά όμως δεν μπορούν ούτε στο ελάχιστο να δώσουν την πραγματική γεύση του φεστιβάλ, και του πώς είναι να το ζεις. Κόσμος να πηγαινοέρχεται μεταξύ της πλατείας Αριστοτέλους -που βρίσκεται το Ολύμπιον- και του χώρου του Λιμανιού που βρίσκονται οι άλλες αίθουσες, μέσα στις αποθήκες. Συζητήσεις που ακούς δίπλα σου για τις ταινίες που θα δεις, ή που είδε κάποιος άλλος. Προτάσεις, διαφωνίες, προβλέψεις για τα βραβεία του διαγωνιστικού τμήματος, σελίδες από εφημερίδες με τις επίσημες προτάσεις των κριτικών της κάθε μιας -καθώς πολλές από τις ταινίες τις έχουν δει σε προηγούμενα φεστιβάλ.

Γενικά υπάρχει μια ζωντάνια και μια κινητικότητα στην πόλη εκείνες τις μέρες, που ο καθένας τη βιώνει διαφορετικά. Η χαρά, που υπάρχει όταν έχεις ανακαλύψει μια ταινία από μια χώρα, που δεν περίμενες να έχει ούτε την υποτυπώδη κινηματογραφική παραγωγή, η λύπη και η βαρεμάρα όταν βλέπεις κάποια ταινία που δεν άξιζε, το τρέξιμο από τη μία αίθουσα στην άλλη για να προλάβεις την επόμενη προβολή, οι συζητήσεις που γίνονται με όσους συντελεστές της ταινίας που παρακολουθήσες έχουν έρθει στο φεστιβάλ, το πρωινό ξύπνημα για να κλείσεις τηλεφωνικά τα εισιτήρια της επόμενης μέρας, το στρίμωγμα έξω από τις πόρτες της εισόδου στης αίθούσες και τόσα άλλα.

Προσωπικά, έχω πολλές αναμνήσεις από το φεστιβάλ. "Γνώρισα" τον Νίκο Νικολαΐδη σαν σκηνοθέτη στο αφιέρωμα που έγινε στο παρθενικό μου φεστιβάλ, βλέποντας σχεδόν όλη την φιλμογραφία του. Την επόμενη χρονιά παρακολουθήσα όσο πιο πολύ μπορούσα τα τμήματα του προγράμματος του φεστιβάλ "Μέρες ανεξαρτησίας" και "Ματιές στα Βαλκάνια", όπου και είδα κάποιες από τις πιο δυνατές ταινίες στη ζωή μου, χωρίς καμία προσπάθεια για ωραιοποίηση της πραγματικότητας από τους κινηματογραφιστές. Στο τελευταίο παρακολούθησα κυρίως το διαγωνιστικό πρόγραμμα, και είδα σχεδόν όσες ταινίες βραβεύτηκαν.

Επίσης, δεν μπορώ να ξεχάσω την καταιγίδα μετά από μία πολύ περίεργη ιαπωνική κωμωδία, που τελείωσε στις 2 τα ξημερώματα, το πόσο είχα βραχεί μέχρι να βρω ταξί και το ότι έχασα τις 2 επόμενες μέρες του φεστιβάλ, καθώς αρρώστησα. Βλέποντας ταινίες μια μέρα αντιμετώπισα μια πολύ άσχημη είδηση που έμαθα λίγο πριν μπω στην αίθουσα για την πρώτη που θα έβλεπα εκείνη τη μέρα. Ευτυχώς ήταν αρκετά καλές, και κατάφερα να ξεχαστώ.

Είμαι πολύ περίεργος για το φετινό φεστιβάλ. Ο νέος διευθυντής, η εισαγωγή του περίφημου τμήματος "Νέοι Ορίζοντες" το οποίο δεν είχα προλάβει στη προηγούμενη "ζωή" του, τα στενά οικονομικά πλαίσια που επιβάλλουν πιο επιλεκτική την επιλογή του συνόλου των ταινιών, μου έχουν δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες. Ελπίζω σε δύο περίπου εβδομάδες που θα προβληθεί η ταινία λήξης, να μην έχουν διαψευστεί.

Πληροφορίες για το φεστιβάλ μπορείτε να βρείτε εδώ: http://www.filmfestival.gr/


Γράφτηκε για το fititis.gr

Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010

Πανωλεθρίαμβος



Η συμμετοχή μου στη Γλυκιά συμμορία του Νίκου Νικολαΐδη -με τη Δέσποινα Τομαζάνη, τη Δώρα Μπασκλαβάνου, τον Τάκη Μόσχο, τον Τάκη Σπυριδάκη στους βασικούς ρόλους, τον Άλκη Παναγιωτίδη σε ένα ενισχυτικό ισοκράτημα ξανθής απειλής και αιμορραγούσης μάσκας, τη Λένα σε καραμελένιο γυμνό απενοχοποιημένο σεξαπήλ και την μπαρόκ ατμόσφαιρα με το αιχμηρού λούσου περιθώριο της Μαρί-Λουίζ - με ξαναβάζει στην οικεία νικολαΐδειο εξτραβαγκάντσα. Τα παιδιά παίζουν επικίνδυνα παιχνίδια, πανάκριβα ωστόσο, που τα ξεπετάνε με καταναλωτική περιφρόνηση κάτω από μεταλλικές γκριζόμαυρες μουσικές και ατσάλινα βλέμματα.

Καθώς υποδέχομαι τη συμμορία στο πάρτυ μου, ρωτάω (σύμφωνα με το σενάριο) πώς πάει η επανάσταση, για να πάρω την απάντηση από την Τομαζάνη: "Γαμιέται, γαμιέται". Δεν ακούω στοπ απ' το σκηνοθέτη μας, οπότε ξανανοίγω τη πόρτα, κοιτάζω γύρω, καθώς η κάμερα ρολλάρει, και το ρίχνω:
"Καμία άλλη ανωμαλάρα;"



"Στοπ, εντάξει", κάνει ο Νικολαΐδης γελώντας για τον αυτοσχεδιασμό μου εν μέσω σκασμένων στα γέλια τεχνικών και συνεργατών.



απόσπασμα από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Τζούμα "Πανωλεθρίαμβος",

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Βιβλίο τσάι και συμπάθεια.


Δεν έχω ξεχάσει ποια ήταν η πρώτη φορά που πήγα σε δανειστική βιβλιοθήκη. Θυμάμαι πως έβλεπα τη μητέρα μου να διαβάζει βιβλία τα οποία στο πλάι είχαν ένα αυτοκόλλητο με λίγα μαύρα γράμματα τα οποία δεν καταλάβαινα τι σημαίνουν.

Μια μέρα που ήμαστε μαζί έξω, είχε μια σακούλα την οποία κάποια στιγμή μου έδωσε να την κρατήσω. Ήταν αρκετά βαριά, και εγώ ήμουν περίεργος να μάθω το λόγο. Την άνοιξα και είδα πως ήταν γεμάτη με βιβλία με λευκό αυτοκόλλητο στο πλάι. Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα πως τα βάζει σε σακούλες, και γι'αυτό δεν τα βρίσκω όταν ψάχνω. Η σιγουριά μου ότι είχα βρει λύση σε κάποια από τις αρκετές απορίες που είχα εκείνο το διάστημα δε διήρκησε πολύ. Κατάλαβα πως έκανα λάθος γιατί είδα πού πάνε αυτά τα βιβλία όταν φεύγουν από το σπίτι μου.

Η δανειστική βιβλιοθήκη βρισκόταν σε μια αίθουσα του Πνευματικού κέντρου, με αυτόνομη είσοδο στο πλάι του κτιρίου. Δεν την είχα προσέξει ποτέ, παρότι στο Πνευματικό κέντρο πηγαίναμε αρκετά συχνά με το σχολείο για να παρακολουθήσουμε διάφορες εκδηλώσεις, θέατρικα έργα κτλ. Εκείνη η πλευρά του κτιρίου τα απογεύματα ήταν από τα "άβατα" για όσους δεν πήγαιναν τουλάχιστον τρίτη γυμνασίου, κι έτσι ποτέ δεν είχα περάσει από εκεί.

Η στιγμή που μπήκα μέσα εκτός του ότι μου έλυσε την απορία που είχα, μου δημιούργησε άλλες. "Τι είναι εδώ;", "Γιατί έχει τόσα βιβλία;", "Ποιος τα παίρνει;", "Πώς τα παίρνεις;", "Γιατί τα γυρίζεις πίσω;" και κυρίως "Πώς μπορώ να πάρω κι εγώ;". Τότε μου εξήγησαν τι ακριβώς είναι η δανειστική βιβλιοθήκη, και μου έδωσαν μια κάρτα για να μπορώ να δανείζομαι βιβλία κι εγώ. Στην αρχή πήγα εκεί που πήγαιναν όλοι οι "μεγάλοι", αλλά τότε μου εξήγησε η υπάλληλος ότι αυτά τα βιβλία δεν είναι για μένα -μου το έλεγε και η μητέρα μου, αλλά δεν με έπειθε. Τότε με πήγε σε ένα διπλανό χώρο, σαφώς μικρότερο, αλλά με ράφια που μπορούσα να δω όλα τα βιβλία και όχι μόνο αυτά που βρισκόταν χαμηλά.

Τότε ξεκίνησε η πρώτη φάση βιβλιοφαγίας η οποία διήρκησε γύρω στα πέντε χρόνια και είχε ώς αποτέλεσμα να διαβάσω ό,τι βιβλίο υπήρχε με ήρωες εφήβους-ντεντέκτιβ και όχι μόνο, αλλά πάντα στο ίδιο ύφος. Στο λύκειο αυτό σταμάτησε. Μπορεί να ήταν λόγω έλλειψης χρόνου ή όρεξης. Κυρίως όμως μου έφταιγε που δεν έβρισκα κάτι ενδιαφέρον να διαβάσω.

Τελείωσα το λύκειο, και έγινα φοιτητής στη Θεσσαλονίκη. Μια μέρα περπατώντας στο κέντρο, χάθηκα. Έψαχνα να βρω τη θάλασσα ή την Καμάρα για να προσανατολιστώ. Ψάχνοντας είδα ένα μεγάλο κτίριο μπροστά μου, το οποίο ήταν η κεντρική δημοτική βιβλιοθήκη. Βρήκα την Καμάρα, αλλά δεν είχα ξεχάσει εκείνο το κτίριο, κι έτσι αποφάσισα να πάω να δανειστώ βιβλία να διαβάσω.

Χάρη σε αυτή τη βιβλιοθήκη γνώρισα πολλούς συγγραφείς και διάβασα τόσα βιβλία, όσα δεν είχα διαβάσει ποτέ. Παράλληλα άρχισα να αγοράζω νέα ή παλαιότερα βιβλία συγγραφέων που "γνώρισα" και αγάπησα. Στη βιβλιοθήκη, όμως, δεν έχω σταματήσει να πάω από τότε. Δεν είναι δυνατόν -για οικονομικούς κυρίως λόγους- οι φοιτητές να αγοράζουν όλα τα βιβλία που θέλουν να διαβάσουν. Η τιμή των βιβλίων είναι αρκετά υψηλή, και κάποιος που διαβάζει συστηματικά χρειάζεται γύρω στα 100-120 ευρώ το μήνα. Η βιβλιοθήκη όμως είναι ένας χώρος που μπορεί να λειτουργήσει παράλληλα/συμπληρωματικά με την αγορά βιβλίου.

Επίσης, μπορεί να μυηθεί κάποιος στην ανάγνωση βιβλίων λόγω των δανειστικών βιβλιοθηκών. Τώρα ειδικά, που ζούμε σε περίοδο κρίσης, και τα λεφτά όλων μας λιγοστεύουν είναι μια πολύ καλή λύση, η οποία μπορεί να σου κρατήσει συντροφιά για πολλές ώρες και μέρες. Και το σημαντικότερο, δεν έχει κανένα απολύτως κόστος.

Αξίζει να κάνουν όλοι μια επίσκεψη σε κάποια βιβλιοθήκη. Σε κάποιους θα αρέσει, σε άλλους όχι. Κάποιοι μπορεί να "κολλήσουν" και να ερωτευτούν το βιβλίο, και κάποιοι άλλοι να τους κοροϊδέψουν γι' αυτό. Κανένας πάντως, δεν πρόκειται να βγει χαμένος από μια επίσκεψη. Μόνο κερδισμένος μπορείς να βγεις από ένα χώρο με τόσα βιβλία.

Στη Θεσσαλονίκη μπορεί κάποιος να δανειστεί βιβλία απο τις δημοτικές βιβλιοθήκες, τη βιβλιοθήκη της σχολής του (αν είναι φοιτητής), τη βιβλιοθήκη του Γερμανικού Ινστιτούτου Goethe, τη βιβλιοθήκη του Γαλλικού Ινστιτούτου ,την βιβλιοθήκη του Ιταλικού Μορφωτικού Ινστιτούτου κ.α.

Στην Αθήνα, στην Εθνική Βιβλιοθήκη , ΕΛΙΑ, στο Γαλλικό Ινστιτούτο, στο ΕΜΠ,στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη,στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών κ.α.

Γράφτηκε για το fititis.gr

Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2010

Δημοτικές(;) και Περιφερειακές(;) εκλογές

Μετά και τη διακαναλική συνέντευξη του κ.Παπανδρέου, είμαστε σίγουροι πως οι αυτοδιοικητικές εκλογές μόνο αυτοδιοικητικές δεν πρέπει να χαρακτηρίζονται. Ο πρωθυπουργός, σηκώνοντας το γάντι που πέταξε ο κ.Σαμαράς πολιτικοποίησε πλήρως και αυτή την εκλογική διαδικασία. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.

Ο κ.Σαμαράς, τασσόμενος με τη θέση της αριστερής αντιπολίτευσης ξεκίνησε τον "αντιμνημονιακό" του αγώνα με αφορμή τις επικείμενες εκλογές. Έχρισε όλους τους υποψηφίους δημάρχους ως επιλογές για τους ψηφοφόρους που θέλουν με την ψήφο τους τη Κυριακή να πούνε "όχι" στο μνημόνιο. Αυτό φάνηκε να δημιουργεί ρεύμα στον κόσμο, δίνοντάς αρκετά μεγάλα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις σε υποψηφίους δημάρχους οι οποίοι στηρίζουν την υποψηφιότητά τους στον αντιμνημονιακό τους λόγο, και στον αντιμνημονιακό στάση τους στη Βουλή.

Ο κ.Παπανδρέου βλέποντας τη δυναμική αυτών των υποψηφιοτήτων, επέλεξε να δώσει την διακαναλική συνέντευξη με τα γνωστά αποτελέσματα. Δηλαδή, να εκτός από το δίλημμα στηρίζω ή όχι το μνημόνιο, να υπάρχει και το δίλημμα στηρίζω τους υποψηφίους του κυβερνώντος κόμματος(με τη δικαιολογία της στήριξης των αλλαγών) ή θα γίνουν εκλογές. Κανένα από αυτά τα δύο, όμως, δεν έχει την παραμικρή σχέση με τα θέματα της τοπικής αυτοδιοίκησης. Σπάνια δίναμε την απαραίτητη σημασία στις εκλογικές διαδικασίες, πλην των βουλευτικών εκλογών. Στις προηγούμενες Ευρωεκλογές ψηφίζαμε για να στηρίξουμε ή όχι την κυβερνητική πολιτική (με προτροπή τότε της τωρινής Κυβέρνησης), αλλά τώρα είναι πολύ άστοχο αυτό που συμβαίνει.

Οι πόλεις, ειδικά οι μεγάλες, έχουν πάρα πολλά προβλήματα, πολλά από τα οποία είναι βασικά για την καθημερινότητα των κατοίκων τους. Τα σκουπίδια αυξάνονται συνεχώς, και οι απεργίες όσων εργάζονται στη συγκομιδή τους είναι όλο και πιο συχνές. Περιοχές του κέντρου γκετοποιούνται, και μετανάστες κατοικούν γύρω από αυτές χωρίς κανένα σχέδιο και καμία υγειονομική υποδομή. Τα χρέη των δήμων φτάνουν τα 3 δισ. ευρώ όπως μας πληροφορεί η Ελευθεροτυπία στις 11/08 και κανείς δεν μιλάει γι'αυτό.

Επίσης, εκτός από δημάρχους, θα εκλεγούν για πρώτη φορά φέτος περιφερειάρχες, τις αρμοδιότητες των οποίων λίγοι γνωρίζουμε. Σε αυτό, βέβαια δεν ευθυνόμαστε μόνο εμείς, καθώς κανείς δεν μας πληροφόρησε γι'αυτές. Οι υποψήφιοι ενδιαφερόταν κυρίως να μας δείξουν πόσο πολύ αντιπαθούν το μνημόνιο. Αυτό συνέβη ακόμα και με υποψηφίους περιφερειάρχες που στηρίζονται από τη συμπολίτευση!

Λίγες μέρες πριν δημοσιεύτηκαν οι αρμοδιότητές των περιφερειαρχών στα Νέα και τρόμαξα. Όχι μόνο για το πόσες είναι οι αρμοδιότητες που θα αναλάβει για τις οποίες δεν γνώριζα λεπτομέρειες, αλλά για την ελαφρότητα με την οποία πολλοί λέμε πως θα ψηφίσουμε κάποιον για αυτή τη θέση, όχι με βάση τις ικανότητες και το πρόγραμμά του, αλλά με το αν στηρίζει ή όχι το μνημόνιο.

Εδώ φαίνεται και η -μεγάλη- δικιά μας ευθύνη σε αυτό το θέατρο του παραλόγου που παρακολουθούμε εδώ και καιρό. Σπεύσαμε να δηλώσουμε πως θα στηρίξουμε υποψηφιότητες με πολιτικό και όχι αυτοδιοικητικό κριτήριο, πράγμα που ήταν επιλογή και επιδίωξη του κ.Σαμαρά. Κι έτσι σταδιακά φτάσαμε στη διακαναλική και στο δίλημμα που έθεσε ο κ.Παπανδρέου. Όσοι κατηγορούμε κάποιον από τους δύο, πρέπει να λαμβάνουμε υπ'όψιν μας και τη δική μας αντίδραση στα διλήμματα που μας έθεσαν.

Μετά την εκλογή των νέων δημοτικών αρχών και των περιφερειαρχών, το μνημόνιο θα εξακολουθεί να είναι στη ζωή και την καθημερινότητά μας, και ο κ.Παπανδρέου θα είναι ακόμα πρωθυπουργός ανεξάρτητα από το ποιος θα έχει εκλεγεί δήμαρχος Θεσσαλονίκης ή περιφερειάρχης Αττικής. Λόγω όλων αυτών, πρέπει να αδιαφορήσουμε για τα διλήμματα που θέλουν να θέσουν οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων και να ψηφίσουμε αυτό τον υποψήφιο που πιστεύουμε πως με το πρόγραμμά του θα βελτιώσει τη ζωή στην πόλη μας ή θα την διατηρήσει όπως είναι -αν είμαστε ικανοποιημένοι με αυτήν.

Τέλος, έχω μια απορία. Σε περίπτωση νίκης του κ.Κακλαμάνη στο δήμο Αθηνών -ή κάποιου άλλου υποψηφίου δημάρχου που διεκδικεί δεύτερη θητεία με τη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας, ο κ.Σαμαράς θα δηλώσει πως με την εκλογή του οι κάτοικοι δείχνουν πόσο ικανοποιημένοι είναι με τη προηγούμενη θητεία του ή πως νίκησε το αντιμνημονιακό ρεύμα που δημιούργησε;

Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Το ζώο που ξεψυχά




"..Η μοναδική ψύχωση που επιθυμούν οι πάντες: "έρωτας". Οι άνθρωποι νομίζουν ότι ολοκληρώνονται με το να ερωτεύονται; Θέλουν την πλατωνική ένωση των ψυχών; Εγώ έχω αντίθετη άποψη. Νομίζω ότι ακέραιος είσαι στην αρχή. Κι ο έρωτας σε ραγίζει. Είσαι ακέραιος, ολόκληρος, και μετά αποκτάς ένα ρήγμα.."


Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Ανεκδιήγητο


"..τα κείμενά μας θάλλουν όσο εμείς τους εμφυσάμε την πνοή μας· πως εμείς έχουμε γράψει όλα τα κείμενα που αγαπάμε· και πως, όταν ξαναδιαβάζουμε ένα κείμενο, εμείς το ξαναγράφουμε με βάση όλες τις εμπειρίες, όλα τα όνειρα κι όλα τα θαύματα που ζήσαμε στο μεταξύ και που μπορεί να τα νομίσαμε εφήμερα."


απόσπασμα από το διήγημα του Αχιλλέα Κυριακίδη "Ανεκδιήγητο", που βρίσκεται στη στο βιβλίο του

Τρίτη 22 Ιουνίου 2010

Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου - Δύο ποιήματα

Τον Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου δεν τον ήξερα. Δεν είχα διαβάσει δηλαδή κάτι που έχει γράψει. Απλά είχα ακούσει το όνομά του μαζί με του Ντίνου Χριστιανόπουλου και του Γιώργου Ιωάννου ως τους Ερωτικούς ποιητές της Θεσσαλονίκης.

Μια μέρα που βρισκόμουν στα Τρίκαλα ξεφύλλιζα το βιβλίο της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της αδερφής μου. Ανάμεσα σε πολλά ενδιαφέροντα που διάβασα, περισσότερη εντύπωση μου έκανε ένα ποίημα του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου:

Η ποίηση δε μας αλλάζει

Η ποίηση δε μας αλλάζει τη ζωή
το ίδιο σφίξιμο, ο κόμπος της βροχής
η καταχνιά της πόλης σα βραδιάζει

Δε σταματά η σήψη που προχώρησε
δε θεραπεύει τα παλιά μας λάθη

Η ποίηση καθυστερεί τη διαμόρφωση
κάνει πιο δύσκολη τη καθημερινή μας πράξη

Μου άρεσε πολύ, και τότε έτρεξα και έψαξα κι άλλα ποιήματά του στις σελίδα του Νίκου Σαραντάκου (όπου καταφεύγω για να διαβάσω κάτι βιαστικά ή για να δω τι και πώς γράφει κάποιος που δεν γνωρίζω).

Μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα με τα ποιήματά του κι έτρεξα αγόρασα τη συλλογή του "Ο Δύσκολος Θάνατος" απ'τις εκδόσεις Νεφέλη.

Δεν έχω προλάβει ακόμα να τα διαβάσω όλα, λόγω εξεταστικής. Διάβασα μόνο την πρώτη από τις επτά ενότητες, με τίτλο "Αισθηματική ηλικία". Από αυτή την ενότητα μου άρεσε πολύ το πρώτο ποίημα που είναι το παρακάτω:
Χάος

Πού βαδίζουμε μέσα σ’ αυτό το χαμό
μέσα στη νύχτα

Αγαπημένη μορφή
ματιά
χαμόγελο
που ταξιδεύει στο Βορρά

Καράβια και φώτα
στο πέλαγο

Ο δρόμος πλάι στη θάλασσα έρημος

Πού να βαδίζουμε

Γιατί τόσο ασάλευτη η νύχτα
γιατί τόσο βαθύς ο ουρανός

Παντού σκοτάδι
νύχτα γυμνή

Μορφή καθάρια
που χάθηκες στη νύχτα

Θα πορευθούμε
βαθιά θλιμμένοι
μέσα στο δρόμο
των αστεριών

Ο καθένας στο αστέρι του
στη δική του χαρά
στα δικά του δάκρυα

Όχι χαμόγελα
τίποτε πια

Μάλλον θα αποκτήσω κι άλλα αγαπημένα διαβάζοντας και τη συνέχεια του βιβλίου! Αυτά μετά τις 24/6!


Την εικόνα τη βρήκα εδώ. Επίσης βρήκα ένα πολύ ενδιαφέρον ποστ με αποσπάσματα από συνέντευξη που είχε δώσει εδώ.

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

Το Απέραντο Απέναντι και τα Χαμστεράκια, by R.



Ζέστη. Μεσημέρι Δευτέρας στη Θεσσαλονίκη. Ησυχία, σχετική – αν εξαιρέσω εκείνη τη γάτα που ουρλιάζει χωρίς λόγο και αιτία εδώ και μία ώρα. Πού και πού περνάει και κανένα αυτοκίνητο, έτσι , για να ξεγελιόμαστε ότι αυτό από κάτω είναι δρόμος και όχι μια γκρι, στραβή γραμμή που το μόνο που κάνει είναι να χωρίζει τις πολυκατοικίες σε δύο απέναντι όχθες. Ποταμού; Όχι φυσικά. Εμείς οι όχθες είμαστε μόνο – για ποτάμια απευθυνθείτε αλλού.

Και πόσο διάβασμα να αντέξεις; Έρχεται ο εγκέφαλος (ο ποιος;) και τρίζει στις απότομες στροφές, ‘παίζει’ νευρικά το πόδι, πρήζεται και το μάτι και γίνεσαι σαν το ρακούν απ’ την Ποκαχόντας - αλλά λιγότερο αξιαγάπητο και με πολύ (πάρα πολύ) λιγότερη ενέργεια για παιχνίδια και άλλα τέτοια συναφή. Και βγαίνεις στη βεράντα.

Βασικά, δεν ξέρω αν η δική μου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «βεράντα». Δηλαδή, οκέικ, προεκτείνεται επαρκώς εξωτερικά του παραθύρου (πώς τα λέω η επιστημόνισσα;;) έχει κάγκελα, το σχετικό διαχωριστικό, μια βρυσούλα (ο Θεός να την κάνει) κ μπόλικη σκόνη, φύλλα, κάτι χαρτάκια απροσδιορίστου προελεύσεως, και άλλα πολλά που δεν δύναμαι να αναλύσω. Και τι έλεγα; Α, ναι, δε νομίζω, λοιπόν, ότι η δική μου είναι βεράντα, διότι δεν έχω καθίσει και ποτέ εκεί. Δεν έχουμε ούτε καρέκλα, ούτε καν ένα σκαμπό! Και κάτω δε γίνεται να καθίσω (βλ. παραπάνω). Όποτε βγαίνω, είμαι όρθια και είτε ανεβο-κατεβάζω την τέντα, ή απλώνω τα ρούχα (ντάξει, λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα) . Αλλά πάντα όρθια. Οπότε είναι τώρα αυτό βεράντα; Δεν ξέρω. Είχα βγει, λοιπόν, να με ‘χτυπήσει’ λίγο το φως του ήλιου (γιατί για αέρα, ούτε λόγος) και να τσεκάρω αν ο έξω κόσμος είναι όπως τον θυμόμουν –

Με τον καφέ στο χέρι πλησίασα τα κάγκελα και άρχισα να στριφογυρίζω το βλέμμα μου εδώ κι εκεί, χωρίς να δίνω ιδιαίτερη σημασία. Στο μυαλό μου επέπλεε το θέμα της εργασίας - και η ενοχή ότι έπρεπε να την έχω ΗΔΗ τελειώσει. Τα απέναντι διαμερίσματα ήρεμα. Μεσημέρι γαρ. Μπαλκονόπορτες ορθάνοιχτες (ποιοι κλέφτες;) και κουρτίνες να ανεμίζουν σαν λάβαρα – έτσι όπως κοιτούσα, σαν στόματα μου φαίνονταν: έτοιμα να ουρλιάξουν κάτι αλλά τόσο μα τόσο σιωπηλά. Σαν να ήθελαν κάπως να εκφραστούν αλλά δεν ήξεραν σε ποια γλώσσα να μιλήσουν.

Σε μια βεράντα ένας κύριος. Κλασική αμφίεση «Ω, ναι, έχω μπυρο-κοιλιά αλλά δε με νοιάζει επειδή το καλοκαίρι επιτρέπεται να έχεις μπυρο-κοιλιά και να μη φοράς μπλούζα», ρουφούσε μανιωδώς από ένα κουτάκι χυμού (δε λέω τη μάρκα, μην κάνουμε και διαφήμιση – άμα θέλετε, κύριε Μέτοχε, μόνο υπαμοιβής!) και περιφερόταν γύρω-γύρω. Αυτά στον τέταρτο. Στον τρίτο τίποτα. Μόνο ένα τραπέζι πλαστικό, άσπρο, γεμάτο γλάστρες. Α, και ένα φτυαράκι παιδικό, αφημένο σε μιαν άκρη. Πορτοκαλί ήταν. Είχα κι εγώ ένα τέτοιο.

Στο δεύτερο, συνωστισμός! Μια λωρίδα μπαλκόνι, σαν περίσσιο ύφασμα μοδίστρας, χωρισμένο στα τρία – και πώς να ράψεις; Στη μία άκρη μία νεαρή γυναίκα με τσιγάρο στο χέρι και καφέ. Ενδυμασία «Σπίτι μου είμαι, ό, τι θέλω φοράω» (και καλά κάνεις, λέω ‘γω!), παραδίπλα το καροτσάκι και μέσα το παιδάκι της. Μη με ρωτάτε αν είναι αγόρι ή κορίτσι – δε βλέπω τόσο καλά μακριά (αφήστε που, ναι ντρέπομαι, αλλά δεν μπορώ να ξεχωρίσω αν τα μικρά είναι αγοράκια ή κοριτσάκια χωρίς κάποια ένδειξη, π.χ. φιογκάκι)! Κάπνιζε, κάπνιζε, ντουμάνιασε ο τόπος όλος! Αυτό το έρμο το παιδάκι, ότι γλίτωσε εννέα μήνες στην κοιλιά, τα «λούζεται» τώρα. Υποτίθεται θα το βγάζει έξω για να παίρνει καθαρό αέρα – λέω γω τώρα…

Στο ακριβώς διπλανό διαμέρισμα μια άλλη κυρία. Ενδυμασία «Ναι, με χωράει η ροζ μου η φόρμα ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΓΙΕΤΕΣ από παραπρόπερσι που πήγαινα γυμναστήριο και τη φοράω ακόμα!» έπλενε κάτι χαλιά. Μέσα στο λιοπύρι, χαρά στο κουράγιο της. Πάντως, πρέπει να είναι πολύ νοικοκυρά (ή πολύ παστρικιά) γιατί όποτε κοιτάω απέναντι, πάντα κάτι πλένει. Ενίοτε σαπουνίζει και τα κάγκελα (ήμαρτον - και εγώ που νόμιζα ότι η γιαγιά μου είναι η μόνη ψυχοπαθής που πλένει το πεζοδρόμιο…).. Βασικά, το πρόσωπό της δεν μου έδινε την αίσθηση ότι το πολύ-ευχαριστιότανε αλλά, τέλος πάντων!

Στην άλλη άκρη, παραδίπλα απ’ την «Ευχαριστώ που δεν καπνίζετε» και δίπλα στην «Την Klinex τι την έχεις;;» μια κοπέλα στην ηλικία μου. Διάβαζε και αυτή η δόλια. Τα πόδια απλωμένα στα κάγκελα, καρέκλα γραφείου πρέπει να ήταν αυτό – δεν κάνω λάθος – και παρακεί ο καφές. Είχε αυτή την έκφραση … τη γνωστή. Πού είναι ίδια για όλους από τότε που κάποιος σαδιστής είπε: «Ρε σεις, δε δημιουργούμε και εξεταστικές, να μη ρουτινιάζουν τα παιδιά;;» Αυτή η έκφραση που δεν αντέχεις άλλο αλλά ΠΡΕΠΕΙ να αντέξεις λίγο παραπάνω. Λίγο. Να ‘βγει’ το κωλοκεφάλαιο και μετά θα πέσεις να ψοφήσεις για κανένα τρίωρο. Και μετά (μάλλον) θα είσαι καλύτερα.

Συνέχισα να ατενίζω το απέραντο απέναντι και να σκέφτομαι διάφορα.



Πώς είμαστε έτσι; Σαν τα χαμστεράκια στα pet-shop. Το καθένα έχει το σπιτάκι/κλουβάκι του όπου ζει με άλλα ζωάκια του ιδίου είδους, ενίοτε και μόνο του. Στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο (όχι, προς Θεού, δεν το διαλέξαμε εμείς, ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού μας έβαλε). Και, καμιά φορά, ξεμυτίζει κάποιος από εμάς για τόσο λίγο. Ίσα-ίσα να κάνει μια βολτίτσα στο πριονίδι ή να στροβιλιστεί για λίγο στη ρόδα. Μπορεί να πιεί λίγο νεράκι και μετά θα πάει πάλι μέσα. Πού αλλού; Δεν έχει και πολλά περιθώρια περιπλάνησης. Ένα τόσο δα κλουβάκι είναι. Και δεν φτάνει αυτό: από εδώ μέσα ο κόσμος είναι κάπως… όλο τετραγωνάκια. Σαν τσίγκινος, σαν πλεγμένος, σαν περιφραγμένος. Εκτός και αν κοιτάξεις προς τα μέσα. Εκεί τετραγωνάκια δεν έχει. Αλλά τι να λέει; Μέσα αν στρέψεις το βλέμμα, τη μούρη σου θα δεις και το πριονίδι που πατάς. Αυτά τα πολλά. Και τα ζωάκια περιμένουν να έρθει κάποιος. Περιμένουν να γίνουν «κάποιου», να γίνουν το «δικό μου» στην πρόταση ενός άγνωστου που θα αποφασίσει ευθαρσώς πού θα μεταθέσει τον εγκλεισμό τους. Και περιμένουν. Και τρέχουν ακατάπαυστα στη ροδίτσα.

Κοιτάζω το δρόμο κάτω απ’ το μπαλκόνι. «Κοίτα να δεις!», σκέφτομαι, « Αυτά τα χαμστεράκια γιατί περπατάνε στο δρόμο; Πώς βγήκαν; Θα πρέπει αυτή η μαλακία που στεγάζει τη ροδίτσα μου κάπου να έχει κάποια πόρτα! Δε γίνεται! Αυτοί πως βγήκαν;; … Αλλά, βασικά, ΕΓΩ πώς μπήκα εδώ μέσα;;;»

Την βρήκα τελικά την πορτίτσα. Ω, ναι, υπάρχει. Μικρή είναι, ίσα-ίσα που χωράς. Αλλά υπάρχει. Και, για δες, εδώ δεν έχει τετραγωνάκια! Όχι, δεν έχει! Τέλεια! Θα κάνω μία μεγάλη βόλτα και θα γυρίσω πίσω. Αλλά την πόρτα δεν θα την κλείσω γιατί και εγώ θα ξαναβγώ σύντομα, και άσε που μπορεί κάποιος να θέλει να μπει… Τι «γιατί να μπει κάποιος άλλος στο κλουβί σου;;» Τι ερωτήσεις είναι αυτές;; Πας καθόλου καλά; Δε βλέπεις ότι η ροδίτσα μου – απλά - «τα σπάει»;;;;



Αφιερωμένο σε όλες τις φοιτήτριες και τους φοιτητές που, τον καιρό αυτό, της εξεταστικής, βλέπουν τον πανέμορφο ήλιο μέσα από μικρά, συρμάτινα τετραγωνάκια. Όλοι στο ίδιο pet-shop είμαστε, το ξέρω. Το βλέπω. Απλά, θα προτιμούσα, αντί για το κλουβάκι μου, να ήμουν σε μια γυάλα…

Τις φωτογραφίες τις βρήκα εδώ, εδώ κι εδώ.

Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Η ζωή μου χωρίς τηλεόραση



Αρκετούς μήνες πριν, κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας, έβλεπα τηλεόραση. Υπήρχαν δυνατές αστραπές, μπορεί και κεραυνοί -δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω αυτά τα δύο. Σκέφτηκα πως δεν είναι κάτι σοβαρό, και δεν χρειάζεται να κλείσω την τηλεόρασή μου και τις άλλες ηλεκτρικές συσκευές. Κατάλαβα πως είχα άδικο όταν ξαφνικά έσβησαν τα φώτα και η τηλεόραση. Όταν επέστρεψε το ρεύμα, μετά από λίγα δευτερόλεπτα, τα φώτα άναψαν κανονικά. Η τηλεόραση όμως όχι.

Υπήρχε ήχος, αλλά όχι εικόνα. Χάθηκε η πεμπτουσία της τηλεόρασης. Ήμουνα σπίτι με μία άχρηστη συσκευή. Στην αρχή πανικοβλήθηκα. Δεν μπορούσα να φανταστώ πώς θα ήταν να ζω χωρίς την τηλεόραση ανοιχτή. Δεν παρακολουθούσα πάντα, απλά την είχα να παίζει σαν backround σε ό,τι έκανα. Όταν διάβαζα περιοδικά, βιβλία, εφημερίδες, όταν χάζευα στο ίντερνετ κτλ. Νομίζω πως ήθελα να νιώθω πως κάποιος μιλάει μέσα στο σπίτι όσο εγώ δεν μιλούσα.

Αφού δοκίμασα να τη βγάλω 2-3 φορές από την πρίζα (αλήθεια γιατί το κάνουμε όλοι αυτό με την ελπίδα να δουλέψει;;) και την ανοιγόκλεισα άλλες τόσες, πήρα τηλέφωνο νευριασμένος σε κάποιον που ήξερε για να μου πει πως μάλλον κάηκε η κάρτα εικόνας. Τότε κατάλαβα ότι δεν γίνεται κάτι άμεσα και η πιο εύκολη λύση ήταν να αγοράσω μια άλλη συσκευή μέχρι να φτιαχτεί η παλιά μου.

Έτσι επέστρεψα στον υπολογιστή, για να αρχίσω την αναζήτηση. Την επόμενη μέρα έκανα ό,τι και την προηγούμενη, ό,τι έκανα κάθε μέρα δηλαδή, αλλά με την τηλεόραση κλειστή. Άρχισα να ακούω ακόμα πιο φανατικά ραδιόφωνο, να μαθαίνω νέες εκπομπές, νέους σταθμούς, και όλα κυλούσαν μια χαρά.

Βέβαια, δεν είχα απεξαρτηθεί τελείως. Έβλεπα ειδήσεις στο site του ΣΚΑΪ που τις δείχνει απευθείας, και στο site του Mega αργότερα το βράδυ που "ανέβαζαν" το δελτίο. Συνέχισα να παρακολουθώ τις 2-3 σειρές κι εκπομπές χρησιμοποιώντας το greek-movies. Αλλά το να είναι συνέχεια ανοιχτή -όσο είμαι σπίτι- δεν ίσχυε πια.

Κατάλαβα τελικά πως είναι μια εύκολη λύση για "παρέα". Όχι ουσιαστική ή πραγματική παρέα. Μια πλασματική για όση ώρα εσύ θες να είσαι μόνος, ή δεν μπορείς να είσαι με κάποιον άλλον. Μας έμαθαν από μικρούς να βλέπουμε τηλεόραση. Πλέον τα μικρά παιδιά παίζουν αποκλειστικά μπροστά σε αυτήν. Νιώθω τυχερός που πρόλαβα το στάδιο που δεν συνέβαινε αυτό. Παίζαμε κι εμείς με ηλεκτρονικά, αλλά σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό παίζαμε στη γειτονιά.

Επίσης, συνειδητοποίησα πόσα πράγματα έβλεπα που δεν άξιζαν. Αυτό που ήθελα πραγματικά να δω, και που ήταν απαραίτητο για την ψυχαγωγία ή την ενημέρωσή μου το κυνηγούσα και το έβλεπα μέσω ίντερνετ.

Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να αλλάξω αρκετά τον τρόπο με τον οποίον αντιμετώπιζα την τηλεόραση. Εννοείται πως αγόρασα μια άλλη -αλλά αυτό έγινε μετά από 2-3 μήνες. Πλέον όμως είχα καταλάβει πως έπρεπε να αλλάξω συμπεριφορά απέναντί της.

Αισθάνομαι τυχερός που η απροσεξία μου έκαψε την παλιά μου τηλεόραση. Τυχερός γιατί "γνώρισα" νέα πράγματα, και απέκτησα νέες συνήθειες. Από τους 2-3 σταθμούς που άκουγα πλέον ακούω Μελωδία, Δεύτερο Πρόγραμμα, Τρίτο Πρόγραμμα, Εν Λευκώ, Best, Στο Κόκκινο, Republic, Imagine, Βήμα FM, ΣΚΑΪ. Άρχισα να έχω στο μυαλό μου πότε είναι η κάθε εκπομπή για να την ακούσω. Ακούω την Όλγα Λασκαράτου στον Μελωδία τα σαββατοκύριακα που είμαι σπίτι, και τα Σάββατα ακούω την εκπομπή "Ο καλεσμένος του Μελωδία" που είναι πριν από αυτήν. Όποτε μπορώ ακούω τους Laternative στον ΣΚΑΪ, τον Θανάση Μήνα Στο Κόκκινο, τον Χρήστο Πορτοκάλογλου στον Republic και πολλές ακόμα εκπομπές. Για ένα διάστημα ξυπνούσα επίτηδες πρωί για να ακούω τον Κωνσταντίνο Τζούμα με τη μουσική της Kafka στον Εν Λευκώ(πλέον ευχαριστώ τη διαχειρίστρια αυτού του site που "ανεβάζει" τις εκπομπές του).

Έμαθα νέες μουσικές, εμβάθυνα στις παλιές, άρχισα να ακούω κλασσική. Έμαθα το site e-tetradio κι έγινα φανατικός αναγνώστης του. Είδα νέες σειρές στον υπολογιστή -ξένες κυρίως-, και πολλές ταινίες που δεν είχα δει.

Γενικά αισθάνομαι πολύ τυχερός. Πλέον βλέπω λιγότερη τηλεόραση. Θέλω να πιστεύω πως έμαθα να βλέπω την "καλή" της πλευρά. Κυρίως όμως έμαθα πως το κουμπί ΟΝ εκτός του ότι ανοίγει την τηλεόραση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για να την κλείσεις.



Τις εικόνες τις βρήκα ψάχνοντας στο google εδώ κι εδώ.