Τον
περασμένο Φεβρουάριο ο συντηρητικός αρθρογράφος των New York Times Ντέιβιντ Μπρουκς εξέπληξε τους
αναγνώστες του αναφωνόντας από τη στήλη του «Μου λείπει ο Μπαράκ Ομπάμα»,
αναγνωρίζοντας ότι, παρότι δεν ήταν από τους υπέρμαχους των πολιτικών του
απερχόμενου Προέδρου των ΗΠΑ, «πολλά από τα στοιχεία του χαρακτήρα και του
τρόπου άσκησης εξουσίας τα οποία θεωρούσαμε δεδομένα, αγνοούνται ξαφνικά ή
παρουσιάζουν σοβαρή έλλειψη».
Σήμερα, λίγες μόνο μέρες πριν την
ορκωμοσία του νέου Προέδρου, και ενώ γράφονται πολλές αναλύσεις για την
κληρονομιά της οκταετούς θητείας του Ομπάμα, αξίζει να σταθούμε στη σχέση του με
τις Τέχνες, τον πολιτισμό και την ποπ κουλτούρα.
Τοκ
σόου
Το 2009 λίγους μήνες μετά την
ορκωμοσία του, ο Ομπάμα έγραψε ιστορία πηγαίνοντας ως καλεσμένος στην βραδινή
εκπομπή του Τζέι Λένο, ως ο πρώτος εν ενεργεία Πρόεδρος που επισκέπτεται ένα νυχτερινό
τοκ σόου. Στα οκτώ χρόνια της θητείας του βρέθηκε πολλές φορές στα πλατό τους
για να παρουσιάσει κάποια πολιτική της κυβέρνησής του ή να υποστηρίξει κάποιο
νομοσχέδιο. Αντιλήφθηκε νωρίς τη δυναμική αυτών των εκπομπών και την διείσδυση
που έχουν στο νεανικό κυρίως κοινό· μια πρόσφατη έρευνα του ινστιτούτου Pew έδειξε ότι το 34% των Αμερικανών
ηλικίας 18-29 ετών ενημερωνόταν για τους υποψηφίους κατά τη διάρκεια της
προεκλογικής εκστρατείας αποκλειστικά από αυτές τις εκπομπές. Γι’αυτό ο Ομπάμα
επέλεξε να πυκνώσει τις εμφανίσεις του, επισκεπτόμενος όχι μόνο τους
καθιερωμένους αστέρες του χώρου, αλλά και ανερχόμενους κωμικούς όπως η Σαμάνθα
Μπι και ο Τζίμι Κίμελ. Στην εκπομπή του τελευταίου συμμετείχε και στην διάσημη
ενότητα όπου ο καλεσμένος διαβάζει εχθρικά tweet που έχουν γραφτεί γι’αυτόν –
απαντώντας και σε κάποια που του είχε απευθύνει ο Ντόναλντ Τραμπ.
Μνημειώδεις όμως έχουν μείνει και οι
εμφανίσεις του στις εκπομπές δύο κωμικών που δεν παρουσιάζουν παραδοσιακά τοκ σόου.
Η πρώτη ήταν το 2014 όταν αντιμετώπισε με ψυχραιμία τις απρεπείς και άβολες
ερωτήσεις του Ζακ Γαλιφιανάκη στην εκπομπή του “Between two Ferns” και η δεύτερη όταν βρέθηκε στο
αυτοκίνητο του Τζέρι Σάινφελντ στην εκπομπή “Comedians in cars getting coffee”, όπου ξεκίνησε με τον Σάινφελντ να
χτυπάει το τζάμι του παραθύρου του Οβάλ γραφείου.
Μουσική
Στα οκτώ χρόνια που η οικογένεια
Ομπάμα κατοικεί στον Λευκό Οίκο έχουν παραθέσει συναυλίες οι διασημότεροι
σύγχρονοι μουσικοί των ΗΠΑ. Εκείνη όμως που ξεχώρισε ήταν η εκδήλωση για τη
μουσική και την ποίηση του 2009. Πριν ανεβούν στη σκηνή συγγραφείς όπως ο Μάικλ
Σάμπον και η Έιλετ Γουάλντμαν, η ποιήτρια Μάιντα Ντελ Βαλ και η τζαζ μουσικός
Εσπεράνζα Σπόλντινγκ, ο Ομπάμα δήλωσε ότι βρίσκονταν εκεί όχι μόνο για να
απολαύσουν αυτούς τους καλλιτέχνες, αλλά και για να «καταδείξουν τη σημασία των
Τεχνών στη ζωή και στο έθνος μας». Εκείνη τη βραδιά ο Λιν Μανουέλ Μιράντα
παρουσίασε σε πρωτόλεια μορφή το εναρκτήριο κομμάτι του χιπ χοπ μιούζικαλ για
τη ζωή του Αλεξάντερ Χάμιλτον. Τη στιγμή που ανακοίνωνε τι θα ερμήνευε το κοινό
ξέσπασε σε γέλια – σήμερα το «Χάμιλτον» είναι εισπρακτικό και καλλιτεχνικό
φαινόμενο στο Μπρόντγουεϊ.
Βιβλία
Εννιά χρόνια πριν την εκλογή του
Ομπάμα, προβαλλόταν στην αμερικανική τηλεόραση ένα από τα καλύτερα επεισόδια
της σειράς ”West Wing”, κατά το οποίο ο «τηλεοπτικός» Πρόεδρος των ΗΠΑ ψωνίζει
βιβλία από ένα παλαιοβιβλιοπωλείο παραμονές Χριστουγέννων. Ο δημιουργός της
σειράς, Άαρον Σόρκιν, είχε κατηγορηθεί από πολλούς για την εξιδανικευμένη
εικόνα που είχαν οι ήρωές του, και ίσως δικαίως. Το West Wing μοιάζει με μια πολιτική φαντασίωση
της φιλελεύθερης Αμερικής.
Ο Ομπάμα όμως συνήθιζε να
επισκέπτεται βιβλιοπωλεία μαζί με την οικογένειά του τουλάχιστον μια φορά το
χρόνο, στο πλαίσιο του «Σαββάτου των μικρών επιχειρήσεων», και να αγοράζει πολλούς
και ενδιαφέροντες τίτλους: από την «Αγνή» του Τζόναθαν Φράνζεν (εκδ. Ψυχογιός) και
τον «Αστερισμό Ζωτικών Φαινομένων» του Άντονι Μάρα (εκδ. Ίκαρος) μέχρι το
«Εμείς οι θνητοί» του Ατούλ Γκαουάτε (εκδ. ΠΕΚ).
Με κάθε ευκαιρία τόνιζε τη σημασία
που είχαν τα βιβλία στην διαπαιδαγώγισή του και εφάρμοσε πολιτικές που είχαν
στόχο να αποκτήσουν όλοι οι μαθητές στις ΗΠΑ κάρτα στη τοπική τους βιβλιοθήκη.
Αλλά και ο ίδιος αποφάσισε να συστηθεί στο ευρύ κοινό με το αυτοβιογραφικό
«Εικόνες του πατέρα μου» (εκδ. Κ. Αδάμ) λίγο πριν ξεκινήσει την πολιτική του
καριέρα το 1995, και αργότερα με το πολιτικό δοκίμιο «Τολμώ να ελπίζω» (εκδ.
Πόλις), όπου ανέπτυξε τις θέσεις της υποψηφιότητάς του το 2006.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ο
Ομπάμα βράβευσε μια πλειάδα συγγραφέων από τον Φίλιπ Ροθ και την Ιζαμπέλ
Αλιέντε μέχρι τον Στίβεν Κινγκ και τον Τομπάιας Γουλφ. Οι βραβεύσεις όμως, οσο
χρήσιμες και απαραίτητες κι αν είναι, μετά από κάποια στιγμή δυστυχώς
ξεχνιούνται. Αυτό που θα θυμόμαστε σίγουρα είναι η συζήτηση μεταξύ του Ομπάμα
και της Μέριλιν Ρόμπινσον στο σπουδαίο λογοτεχνικό περιοδικό New York Review of Books. Εκεί, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ συζητά με
τη σημαντική Αμερικανίδα συγγραφέα για τη δημοκρατία, τον Χριστιανισμό, την ζωή
στις μεσοδυτικές πολιτείες των ΗΠΑ και φυσικά για τη λογοτεχνία. Κάποια στιγμή,
ο Ομπάμα παραδέχεται ότι τα πιο σημαντικά πράγματα τα έμαθε από μυθιστορήματα,
και συνεχίζει λέγοντας: «Το μυθιστόρημα έχει να κάνει με την ενσυναίσθηση. Έχει
να κάνει με το να αισθάνεσαι άνετα με την ιδέα ότι ο κόσμος είναι πολύπλοκος,
γεμάτος γκρίζες ζώνες, και παρ’όλα αυτά υπάρχει αλήθεια εντός του, υπάρχει
αλήθεια που πρέπει να βρεθεί κι εσύ είσαι υποχρεωμένος να αγωνιστείς γι’αυτήν,
να εργαστείς γι’αυτήν. Να αισθάνεσαι άνετα με την ιδέα ότι είναι πιθανό να
συνδεθείς με κάποιον άλλον, όσο διαφορετικός κι αν είναι από σένα.» (Μέριλιν
Ρόμπινσον, Λάιλα, μετ. Κατερίνα Σχινά, εκδ. Μεταίχμιο, σ.380).
Θα μας λείψει.
Δημοσιεύτηκε σε ελαφρώς μικρότερη εκδοχή στην Καθημερινή, Τέχνες και Γράμματα, 15.01.2017